Παράνομες χρηματοοικονομικές Ροές από τις Αναπτυσσόμενες Χώρες: Αντιμετώπιση από ΟΟΣΑ

Κάθε χρόνο μεταφέρονται παράνομα από τις αναπτυσσόμενες χώρες τεράστια χρηματικά ποσά, με αποτέλεσμα να  αποδυναμώνονται οι οικονομίες τους. Αυτές οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές (IFF), που προέρχονται από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τη φοροδιαφυγή και τη δωροδοκία, συχνά καταλήγουν σε χώρες του ΟΟΣΑ. Τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις αναπτυσσόμενες χώρες για τη χρηματοδότηση έργων για δημόσιες υπηρεσίες (ασφάλεια, δικαιοσύνη) αλλά και για βασικές κοινωνικές υπηρεσίες (υγεία, εκπαίδευση).

Αναγνωρίζοντας τους κινδύνους, τα κράτη αναλαμβάνουν δράση σε διάφορα επίπεδα: ενισχύοντας τα συστήματα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, επιβάλλοντας μεγαλύτερη διαφάνεια στην ιδιοκτησία των εταιρειών και υποστηρίζοντας τις προσπάθειες εντοπισμού, δέσμευσης και ανάκτησης κλεμμένων περιουσιακών στοιχείων. Επίσης, αναλάβουν δράση και συμμετέχουν ενεργά σε αρμόδια όργανα. Οι “Παράνομες χρηματοπιστωτικές ροές από αναπτυσσόμενες χώρες: Αντιμετώπιση από ΟΟΣΑ” (”Illicit Financial Flows from Developing Countries: Measuring OECD Responses”) αποτελεί την πρώτη έκθεση για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των χωρών στη καταπολέμηση των παράνομων χρηματοπιστωτικών ροών. Η έκθεση αποτελεί βασικό αποτέλεσμα της Στρατηγικής του ΟΟΣΑ για την Ανάπτυξη (που δρομολογήθηκε το 2012) και παρέχει μια μοναδική σύγκριση των επιδόσεων των χωρών του ΟΟΣΑ ως προς ορισμένα από αυτά τα παγκόσμια πρότυπα.

Η έκθεση επικεντρώνεται σε πέντε τομείς πολιτικής: νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, φοροδιαφυγή, δωροδοκία, ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων και ρόλος των Υπηρεσιών των δωρητριών χωρών. Όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα συστήματα που διαθέτουν οι χώρες του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, έχουν βελτιωθεί από την πρώτη δέσμη συστάσεων της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF) του 2003, η οποία αφορούσε την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της τρομοκρατίας. Ωστόσο, κατά μέσο όρο, η συμμόρφωση των χωρών του ΟΟΣΑ στις βασικές συστάσεις της FATF είναι χαμηλή. Η έκθεση κάνει συστάσεις στα κράτη να ενισχύουν τα συστήματα ρύθμισης και εποπτείας και τις διαδικασίες αδειοδότησης και εφαρμόζουν πλήρως τις νέες συστάσεις της FATF για το 2012.

Όσον αφορά τη φοροδιαφυγή, από το 2000 ο αριθμός των συμφωνιών ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και των αναπτυσσομένων χωρών αυξανόταν σταθερά. Αν και οι περισσότερες από τις συμφωνίες που έχουν υπογραφεί από το 2005 συμμορφώνονται με τα πρότυπα του Διεθνούς Φόρουμ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή Πληροφοριών για Φορολογικούς Σκοπούς, ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει περιθώριο βελτίωσης με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών να μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικό εργαλείο αποτροπής της φοροδιαφυγής και αύξησης ποσοστού φόρων που καταβλήθηκαν οικειοθελώς. Η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών αποτελεί ζωτική σημασία για τη καταπολέμηση όλων των μορφών διεθνούς φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα δείχνει καλή επίδοση σύμφωνα με το Διεθνές Φόρουμ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή Πληροφοριών για Φορολογικούς Σκοπούς, καλύπτοντας οκτώ από τα δέκα βασικά στοιχεία του. Τα δέκα αυτά στοιχεία των προτύπων του Διεθνούς Φόρουμ για την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, κατηγοριοποιούνται σε τρεις βασικές συνιστώσες: διαθεσιμότητα πληροφοριών, πρόσβαση σε πληροφορίες και ανταλλαγή πληροφοριών.

Όσον αφορά τη δωροδοκία διεθνώς, εκτιμάται ότι αυτή ανέρχεται κάθε χρόνο σε 1 δισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ. Μειώνοντας τη δωροδοκία, μειώνονται οι ευκαιρίες για παράνομες χρηματοοικονομικές ροές. Στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξάνονται οι ποινές για τα αδικήματα δωροδοκίας. Ωστόσο, παρόλο που οι αξιολογήσεις από ομότιμους (peer reviews) επιβεβαιώνουν ότι οι χώρες του ΟΟΣΑ σταδιακά υιοθετούν πιο σκληρά μέτρα για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, σχεδόν οι μισές χώρες του ΟΟΣΑ δεν έχουν ακόμη καταθέσει κάποια δίωξη.

Όσον αφορά την ανάκτηση κλαπέντων περιουσιακών στοιχείων, ο επαναπατρισμός τους στη χώρα προέλευσης μπορεί να ενισχύσει τις αναπτυσσόμενες χώρες με πρόσθετους πόρους. Ωστόσο, η πρόοδος των χωρών του ΟΟΣΑ ως προς τον επαναπατρισμό κλαπέντων περιουσιακών στοιχείων ήταν περιορισμένη, καθώς μόνο ένας περιορισμένος αριθμός χωρών δέσμευσε ή επέστρεψε περιουσιακά στοιχεία.

Όσον αφορά το ρόλο των Υπηρεσιών δωρητριών χωρών, τα τελευταία έτη συμμετέχουν πιο ενεργά στην αντιμετώπιση των IFF. Στηρίζουν τις προσπάθειες των χωρών ως προς την ενίσχυση ικανοτήτων (capacity building) και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο υποστηρίζοντας την καταπολέμηση των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών και ενισχύοντας την τεχνογνωσία τους στην πρόληψη και έρευνα κατά του οικονομικού εγκλήματος.

Οι δωρητές χώρες μέλη της DAC/ΟΟΣΑ (όπως και η Ελλάδα) στηρίζουν μια σειρά πρωτοβουλιών για μεγαλύτερη διαφάνεια και βελτιωμένες διαδικασίες στην πρόσβαση σχετικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών που είναι σημαντικές για τη καταπολέμηση της παράνομης χρηματοδότησης.

Περισσότερες πληροφορίες:
http://www.oecd.org/dac/accountable-effective-institutions/Illicit_Financial_Flows_from_Developing_Countries.pdf

Scroll to Top