Η 3η Έκθεση Ταχείας Αποτίμησης Φθορών και Αναγκών Ουκρανίας (Third Ukraine Rapid Damage and Needs Assessment – RDNA3), καλύπτει την περίοδο μεταξύ 24 Φεβρουαρίου 2022 και 31 Δεκεμβρίου 2023. Εκπονήθηκε από κοινού από την Παγκόσμια Τράπεζα, την κυβέρνηση της Ουκρανίας, τις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), και τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) σε συντονισμό με ανθρωπιστικούς και αναπτυξιακούς εταίρους, τον ακαδημαϊκό κόσμο, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τον ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με την Έκθεση, το εκτιμώμενο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Ουκρανίας κατά το 2023 αντιστοιχεί στο 74% του επιπέδου του ΑΕΠ του 2021 σε πραγματικούς όρους. Ο πόλεμος έχει προκαλέσει σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας και εισοδήματος στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και απώλεια αγοραστικής δύναμης και περιουσιακών στοιχείων, ιδιαίτερα μεταξύ των πιο ευάλωτων Ουκρανών. Συνολικά, υπήρξαν δραματικές οπισθοδρομήσεις στην ανάπτυξη της χώρας, καθώς και στην πρόοδό της ως προς την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης. Έως τον Δεκέμβριο του 2023, υπολογίζεται ότι 5,9 εκατομμύρια άνθρωποι κατέφυγαν ως πρόσφυγες σε ολόκληρη την Ευρώπη. Επιπλέον, έως και τον Οκτώβριο του 2023, 3,7 εκατομμύρια άνθρωποι αναφέρθηκαν ως εσωτερικώς εκτοπισμένοι στην Ουκρανία (IDPs).
Σύμφωνα με την Έκθεση, με βάση τα δεδομένα έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2023, οι ανάγκες ανάκαμψης και ανοικοδόμησης της Ουκρανίας υπολογίζονται σε 486 δισ. δολ. ΗΠΑ περίπου (280% του ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας κατά το 2023) και αφορούν σε έργα που θα υλοποιηθούν σε ορίζοντα 10ετίας. Στις ανάγκες ανοικοδόμησης περιλαμβάνονται κρίσιμες δράσεις για την βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη, καθώς και έργα για την μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση. Κατά την ανοικοδόμηση, προκρίνονται επισκευές και ανακατασκευές υποδομών σε επίπεδο ανώτερο του προϋπάρχοντος, με την προσθήκη βελτιώσεων που αφορούν στην ενεργειακή απόδοση, τον εκσυγχρονισμό και την υιοθέτηση νέων προτύπων βιωσιμότητας, με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και ανθεκτικότητα στο κλίμα. Στην κοστολόγηση των αναγκών ανοικοδόμησης υπολογίζονται παράγοντες όπως οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις, η αύξηση των τιμών των δομικών υλικών λόγω του αυξημένου όγκου κατασκευών (όπως παρατηρείται συχνά σε περιπτώσεις ταχείας ανοικοδόμησης εκτεταμένων περιοχών), υψηλότερα ασφαλιστικά κόστη και λοιπά. Οι ανάγκες ανοικοδόμησης εκφράζονται σε χρηματικούς όρους σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές στις 31 Δεκεμβρίου 2023. Οι άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2024 ανέρχονται στα 15 δισ. δολ. ΗΠΑ. Μέρος αυτών έχει καλυφθεί μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και της στήριξης των διεθνών χορηγών, παραμένει ωστόσο χρηματοδοτικό κενό ύψους 9,5 δισ. δολ. ΗΠΑ.
Η Έκθεση υπολογίζει ότι οι άμεσες ζημιές στις ουκρανικές υποδομές έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2023, έχουν ανέλθει στα 152 δισ. δολ. ΗΠΑ περίπου. Ως άμεσες ζημιές υπολογίζεται το κόστος των υλικών περιουσιακών στοιχείων και υποδομών που έχουν υποστεί βλάβες ή ολική καταστροφή, αποτιμημένο σε νομισματικούς όρους. Το κόστος υπολογίζεται με βάση την τιμή αντικατάστασης που επικρατούσε πριν από την εισβολή. Αναλυτικότερα, η 3η Έκθεση Ταχείας Αποτίμησης Φθορών και Αναγκών Ουκρανίας (RDNA3) εκτιμά ότι οι τομείς που επλήγησαν περισσότερο ήταν η στέγαση (περίπου 56 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή το 37% της συνολικής ζημίας), οι μεταφορές (περίπου 34 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 22% του συνόλου), το εμπόριο και η βιομηχανία (περίπου 16 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 10%), η ενέργεια (περίπου 11 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 7%) και τη γεωργία (10 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 7%). Στον τομέα των μεταφορών, οι καταστραμμένες υποδομές περιλαμβάνουν 8.400 χιλιόμετρα αυτοκινητοδρόμων και άλλων εθνικών οδών, περισσότερες από 140 γέφυρες στο εθνικό οδικό δίκτυο και 150 γέφυρες στους δρόμους της περιφέρειας, περισσότερα από 50 χιλ. σιδηροδρομικών γραμμών, 83 σιδηροδρομικές γέφυρες και πάνω από 1.400 χιλ. σιδηροδρομικών γραμμών. Από γεωγραφικής απόψεως, οι περιφέρειες Donetska, Kharkivska, Luhanska, Zaporizka, Khersonska και Kyivska έχουν υποστεί τις περισσότερες ζημιές, σε όλους τους τομείς.
Επιπλέον της άμεσης ζημιάς που έχει προκληθεί από τον πόλεμο, η Έκθεση καταγράφει και απώλειες ύψους άνω των 499 δισ. δολ. ΗΠΑ. Αυτές σχετίζονται με μεταβολές στις οικονομικές ροές που προκύπτουν από τον πόλεμο, αποτιμημένες σε νομισματικούς όρους, όπως διαταραχές στην παροχή υπηρεσιών, αυξημένο λειτουργικό κόστος, απώλεια εσόδων αρχών ή ιδιωτικού τομέα και απομάκρυνση συντριμμιών. Σημειώνεται ότι οι ανάγκες που καταγράφει η Έκθεση δεν ισούνται με το άθροισμα των ζημιών και των απωλειών. Αυτό οφείλεται, αφενός, στο γεγονός ότι στην αποτίμηση των αναγκών το κόστος αντικατάστασης των υποδομών καταγράφεται με βάση τις νέες προδιαγραφές και τις τρέχουσες τιμές και αφετέρου στο γεγονός ότι έχουν αφαιρεθεί από τον προϋπολογισμό οι ανάγκες που έχουν ικανοποιηθεί ήδη, μέσω του ουκρανικού προϋπολογισμού ή μέσω εταίρων και διεθνούς υποστήριξης.
Μεταξύ των αναγκών ανοικοδόμησης, οι ανάγκες στέγασης είναι οι υψηλότερες (πάνω από 80 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 17% του συνόλου), ακολουθούμενες από τις μεταφορές (περίπου 74 δισ. δολ. ΗΠΑ, ή 15 %), το εμπόριο και την βιομηχανία (67,5 δισ. δολ. ΗΠΑ ή 14%), την γεωργία (56 δισ. δολ. ΗΠΑ ή 12%), την ενέργεια (47 δισ. δολ. ΗΠΑ ή 10%), την κοινωνική προστασία και βιοπορισμό (44 δισ. δολ. ΗΠΑ ή 9%) και διαχείριση εκρηκτικών κινδύνων (σχεδόν 35 δισ. δολ. ΗΠΑ ή 7 τοις εκατό). Σε όλους τους τομείς, μόνο το κόστος καθαρισμού και διαχείρισης συντριμμιών φτάνει σχεδόν τα 11 δισ. δολ. ΗΠΑ.